“Εκφράζομαι & συν δημιουργώ” Καλλιτεχνικά Εργαστήρια για άτομα που ανήκουν στο φάσμα του Αυτισμού

Εκφράζομαι και Συνδημιουργώ

Γνωριμία και πειραματισμός με τις τέχνες με στόχο την έκφραση, την δημιουργικότητα και την ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων για άτομα που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού.

Πρόκειται για επιστημονικά σχεδιασμένα καλλιτεχνικά εργαστήρια, όπου ο στόχος είναι η δημιουργικότητα κι όχι η θεραπεία, με την κλασσική έννοια του όρου.

Ωστόσο, τα εργαστήρια αυτά έχουν σχεδιαστεί με βάση επιστημονικά ευρήματα και από την κλινική μας εμπειρία με άτομα όλων των ηλικιών που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού.

Στον στρατηγικό αυτό σχεδιασμό, λαμβάνονται υπόψη η αλληλουχία των μέσων, η δυναμική της ομάδας, η αλληλεπίδραση με τα υλικά κι άλλες παραμέτρους ενώ ο συντονισμός

των ομάδων γίνεται από καλλιτέχνες οι οποίοι κυρίως είναι και καταξιωμένοι θεραπευτές μέσω τεχνών.

Απευθύνεται σε ανθρώπους που ανήκουν στο φάσμα του αυτισμού. Θα λειτουργήσουν τρία διαφορετικά εργαστήρια που απευθύνονται σε τρεις ηλικιακές ομάδες: 4ετών έως 11ετών, 12ετών έως 17ετών, και ενηλίκων.

Οι συμμετέχοντες θα γνωρίσουν τα μουσικά όργανα και θα πειραματιστούν με αυτά, θα έρθουν σε επαφή με διαφορετικά χρώματα και υλικά, θα δοκιμάσουν την δημιουργική κίνηση και τον κόσμο του θεάτρου, ενώ στο τέλος θα υπάρξει μία παρουσίαση των έργων τους.

Η διάρκεια του εργαστηρίου είναι εξάμηνη,  σε εβδομαδιαία βάση και σε απογευματινές ώρες.

Για πληροφορίες εγγραφές επικοινωνήστε στο 2117503275, 6934650211, info@psypoint.gr, www.psypoint.gr

Ας συμβάλλουμε στην ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων του παιδιού

Εκπαιδευτικοί, ενήλικες που ασχολείστε με παιδιά, και κυρίως οι γονείς, μπορείτε να βοηθήσετε πολύ στην ανάπτυξη των κοινωνικών δεξιοτήτων τους. Οι κοινωνικές δεξιότητες είναι απαραίτητες τόσο για την παιδική ηλικία όσο και για το μέλλον. Ο μελλοντικός έφηβος θα έχει μεγαλύτερη άνεση με τους συνομηλίκους, κάτι που βοηθά πολύ στην αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθησή του. Στον αυριανό ενήλικο, οι κοινωνικές δεξιότητες μπορούν να βοηθήσουν στην καλή επικοινωνία με τους άλλους στο εργασιακό, οικογενειακό περιβάλλον, τους φίλους και τον υπόλοιπο κοινωνικό περίγυρο.

Η ανάπτυξη κοινωνικών δεξιοτήτων αναπτύσσουν τον δεσμό με τους άλλους, καθώς ο στόχος δεν είναι απλώς η συνεύρεση αλλά η καλύτερη σύνδεση μέσω της ανταλλαγής και αναγνώρισης συναισθημάτων, ενσυναίσθησης, συμπαράστασης. Ανοίγουν την δυνατότητα συζήτησης όπου οι δύο συνομιλητές μαζί ερευνούν και χαίρονται αυτή την κοινή δραστηριότητα, χωρίς ο ένας να προσπαθεί να επιβληθεί στον άλλο, να διακόπτει, να μην ακούει ή να συγκρούεται λόγω της διαφορετικότητας.

Οι κοινωνικές δεξιότητες είναι επιθυμητές επίσης σε κάθε εργασιακό χώρο όπου υπάρχει ομάδα συναδέλφων και βοηθούν επίσης στην δημιουργία μιας πιο ικανοποιητικής επαγγελματικής ζωής.

Η συμπεριφορά των γονιών είναι το πρότυπο της συμπεριφοράς των παιδιών κι έχει μεγαλύτερη επίδραση πάνω τους από τις συμβουλές. Παρακάτω υπάρχουν κάποιες ιδέες στο πώς η συμπεριφορά των ενηλίκων συμβάλλει στην ανάπτυξη της κοινωνικότητας των παιδιών.
Έτσι, για να βοηθήσουμε τα παιδιά να αναπτύξουν κοινωνικές δεξιότητες:

1) Εκφράζουμε τα συναισθήματά μας και δεν περιοριζόμαστε μόνο στην εκτέλεση επιτελεστικών οδηγιών τύπου: “Πλύνε τα χέρια σου”, ή σε εκπαιδευτικές συμβουλές.
2) Παραμένουμε ήρεμοι σε στιγμές άγχους. (Παίρνουμε μία στιγμή πριν αντιδράσουμε παρορμητικά!)
3) Συμβιβαζόμαστε με το παιδί. Δεν του δίνουμε μία διαταγή και μένουμε άκαμπτα αμετακίνητοι. Π.χ. Αν πρέπει να φύγουμε από την παιδική χαρά και δεν θέλει, συμφωνούμε μαζί του να φύγουμε μετά από 5 λεπτά κι όχι αμέσως, ώστε να πάμε λίγο προς το μέρος του χωρίς να χάσουμε τον στόχο μας.
4) Δείχνουμε ενσυναίσθηση και δεν υποτιμούμε τα συναισθήματά του.
5) Κατονομάζουμε τα συναισθήματά του. Π.χ. όταν για παράδειγμα κλαίει, του κατονομάζουμε τη λύπη όπως: “βλέπω ότι είσαι λυπημένος/η, τι συμβαίνει;”
6) Όταν διαφωνούμε το κάνουμε με σεβασμό και δεν ακυρώνουμε το παιδί.
7) Όταν έχει ένα πρόβλημα και μας ζητά βοήθεια, σκεφτόμαστε εναλλακτικές λύσεις κάνοντας το να καταλάβει ότι υπάρχουν περισσότερες από μία επιλογές συνήθως.
8) Ζητάμε συγνώμη όταν νιώθουμε ότι έχουμε κάνει λάθος και το ευχαριστούμε αναγνωρίζοντας κάτι καλό που κάνει για μας.
9) Σκεφτόμαστε πριν μιλήσουμε ή δράσουμε. Δεν είμαστε φίλοι με το παιδί μιλώντας του για όλα που μπορεί να μην είναι σε θέση να ακούσει, δεν δίνουμε διπλά μηνύματα, δεν λέμε πράγματα που μπορεί να το σοκάρουν ή να εντυπωθούν αρνητικά μέσα του.
10) Κάνουμε παρέα και με άλλους ανθρώπους και φροντίζουμε τις σχέσεις μας μαζί τους.
11) Σεβόμαστε τον προσωπικό χώρο του και του μαθαίνουμε να σέβεται τον προσωπικό χώρο των άλλων.
12) Δεν κρίνουμε το παιδί, ή τους άλλους στο παιδί.
13) Το μαθαίνουμε να αντιλαμβάνεται και να σέβεται την διαφορετικότητα των ανθρώπων, αλλά και των άλλων πλασμάτων γύρω του.
14) Μοιραζόμαστε… Συναισθήματα, αγαθά, εργασίες που μπορεί να αναλάβει.
15) Βάζουμε όρια και εξηγούμε γιατί, και τα τηρούμε.
16) Το μαθαίνουμε ότι οι πράξεις όλων μας και οι επιλογές μας έχουν συνέπειες.
17) Είμαστε ευέλικτοι. Αν δεν βγει κάτι στο πρόγραμμα όπως το έχουμε σκεφτεί μπορεί να γίνει με άλλο τρόπο κι είναι εντάξει κι αυτό.
18) Αντιμετωπίζουμε με ψυχραιμία τον θυμό ή την επιθετικότητα του παιδιού, χωρίς να απαντήσουμε με τον ίδιο τρόπο.
19) Αντιμετωπίζουμε τις ανησυχίες μας και προσπαθούμε να μην υπερπροστατεύουμε το παιδί μας.
20) Βρίσκουμε λύσεις σε προβλήματα και συγκρούσεις.
21) Μιλάμε για τις ιδέες και τις σκέψεις μας και το ενθαρρύνουμε να μας πει τις δικές του.
22) Ενθαρρύνουμε δραστηριότητες μακριά από κάθε λογής οθόνες (τηλεόραση, κινητά, τάμπλετ, ηλεκτρονικά παιχνίδια), όπως σπορ, βόλτες στη φύση, παιχνίδι κ.ά.

Ξέρω ότι πολλά από τα παραπάνω δεν είναι πάντα εύκολα να γίνουν ή σε πολλά από αυτά οι γονείς οι ίδιοι δυσκολεύονται. Αν δεν τις έχουν ως τώρα κατακτήσει, δεν μπορούν να τις μεταδώσουν στα παιδιά.
 Αξίζει όμως τον κόπο να γίνει μία προσπάθεια.
Άλλωστε, δεν μεγαλώνουν μόνο οι γονείς το παιδί, αλλά και το παιδί “μεγαλώνει” τους γονείς.
Στην τόσο σημαντική αυτή διαδρομή είμαστε στη διάθεσή σας αν χρειαστείτε βοήθεια για την κοινωνικότητα του παιδιού σας ή στήριξη στον γονεϊκό σας ρόλο. Όσο πιο νωρίς  ξεκινήσετε τόσο το καλύτερο για όλη την οικογένεια.

Δήμητρα Σταύρου
Ψυχολόγος/Δραματοθεραπεύτρια

Η επίδραση του άγχους στα αυτοάνοσα νοσήματα

Τα αυτοάνοσα νοσήματα προκαλούνται από τη λανθασμένη ή υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος απέναντι στον ίδιο τον οργανισμό, με αποτέλεσμα αυτός να επιτίθεται στον εαυτό του, καταστρέφοντας έτσι τα κύτταρα, τους ιστούς, ακόμη και τα ζωτικά όργανά του.

Μολονότι τα αυτοάνοσα νοσήματα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν μεγάλη έξαρση, η αιτιολογία της παθογένεσής τους δεν είναι ακόμα πλήρως κατανοητή. Το μόνο βέβαιο είναι ότι πρόκειται για πολυπαραγοντική νοσολογική οντότητα, για μια ψυχονευροενδοκρινοανοσολογική διαταραχή. 

Η εμφάνισή τους οφείλεται σε γενετικούς, ορμονικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες, ενώ καταλυτικό ρόλο διαδραματίζει και το άγχος.

Το άγχος μπορεί να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας ή να εμφανίζεται περιστασιακά. Είναι μια πολύ συνηθισμένη ψυχική διαταραχή που απαντάται στο ένα τρίτο του ενήλικου πληθυσμού με μία τουλάχιστον σοβαρή κρίση τον χρόνο. Είναι ιδιαιτέρως επιβλαβές και διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην εμφάνιση, την εξέλιξη αλλά και την επιδείνωση πολλών προβλημάτων υγείας, καθώς μπορεί να προκαλέσει λειτουργικές βλάβες 

στον οργανισμό. Έχει εμπλακεί στην εμφάνιση αυτοανοσίας σύμφωνα με πολυάριθμες έρευνες, καθώς πυροδοτεί την έμφυτη ανοσολογική φλεγμονώδη απόκριση του οργανισμού μέσω της ενεργοποίησης του νευρικού και ενδοκρινικού συστήματος.

Στις περισσότερες περιπτώσεις εμφάνισης ενός αυτοάνοσου ή έξαρσης ενός ήδη υπάρχοντος, έχει προηγηθεί κάποιο ψυχοτραυματικό γεγονός, όπως απώλεια αγαπημένου προσώπου ή οικονομική καταστροφή.

Πολλές έρευνες καταδεικνύουν ότι ασθενείς με αυτοάνοσα δήλωσαν εξαιρετικά έντονο άγχος πριν την εμφάνιση της νόσου. Δεν επιδρά, όμως, 

καταλυτικά μόνο πριν την εμφάνιση της νόσου, αλλά και κατά τη διάρκεια αυτής, καθώς προκαλεί σε αρκετές περιπτώσεις επιδείνωση (Κώστα, 2018).

Είναι γεγονός ότι μία χρόνια ασθένεια αποτελεί μία σημαντική πρόκληση, κυρίως λόγω του ότι προκαλεί στρες σε ένα ήδη ευάλωτο άτομο. 

Η ζωή με μία αυτοάνοση νόσο απαιτεί την ικανότητα αδιάκοπης προσαρμογής σε καταστάσεις που εμπεριέχουν πόνο, κόπωση, κατάθλιψη 

(Ζαφειρίου, 2022). 

Η αίσθηση του εαυτού διαταράσσεται και αμφισβητείται. 

Τα άτομα δεν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει στο σώμα τους και συχνά το νιώθουν ως ξένο (Πανέτας, 2015). 

Η αδυναμία της αποτελεσματικής διαχείρισης των συναισθημάτων μπορεί να μειώσει την ικανότητα αυτοδιαχείρισης και να επηρεάσει την ψυχική και σωματική υγεία.

Στην περίπτωση των αυτοάνοσων ασθενειών, στόχος είναι, λοιπόν, η διατήρηση μιας σχετικής σταθερότητας μέσω της αλλαγής της στάσης του ατόμου προς την ασθένειά του και η αποτελεσματική διαχείριση των συναισθηματικών αντιδράσεων 

(Ζαφειρίου, 2022).

Κρίνεται, επομένως, σκόπιμο ο ασθενής να επισκεφτεί κάποιον ειδικό προκειμένου να μάθει να αντιδρά στις καθημερινές καταστάσεις με αυτογνωσία ώστε να αντιμετωπίζει σε ικανοποιητικό βαθμό τα προβλήματα – στρεσογόνους παράγοντες που προκύπτουν στη ζωή (Κώστα, 2018).

Μέσω της παρέμβασης επιδιώκεται να κατανοήσει τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά του, να αποκτήσει νόημα η θεραπευτική εμπειρία του «εδώ και τώρα» και να ανακουφιστεί από τα δυσάρεστα συμπτώματα. Ο ειδικός ενθαρρύνει τον θεραπευόμενο να περιγράψει και να λεκτικοποιήσει τα συναισθήματά του, ακόμα και εκείνα που μοιάζουν αντιφατικά, απειλητικά ή δυσλειτουργικά, τα οποία ο ίδιος μπορεί να μην είναι σε θέση να αναγνωρίσει έξω από το θεραπευτικό πλαίσιο (Πανέτας, 2015).

Πολλά από τα προβλήματα των ασθενών μπορούν να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά μέσα στη θεραπευτική σχέση. Στα πλαίσια της θεραπείας το άτομο αποκτά αποτελεσματικές δεξιότητες αντιμετώπισης του στρες, όπως:

  • αναγνώριση συναισθημάτων, παραδοχή και έκφρασή τους στον κατάλληλο τόπο και χρόνο
  • αναγνώριση των προβλημάτων αμέσως μόλις αυτά εμφανιστούν
  • ανάπτυξη διεκδικητικής συμπεριφοράς
  • αναζήτηση και αποδοχή βοήθειας
  • δημιουργία ισχυρού κοινωνικού δικτύου – υποστηρικτικές σχέσεις
  • απομάκρυνση από ψυχοφθόρες σχέσεις ή καταστάσεις
  • υιοθέτηση τεχνικών χαλάρωσης
  • πρόβλεψη περιόδων όπου αναμένεται να αυξηθεί το στρες και εφαρμογή προγράμματος για την πρόληψή του
  • προσδιορισμός πηγών έντασης
  • σωστή διαχείριση του χρόνου
  • ανάπτυξη χρονοδιαγραμμάτων με σκοπό την πρόβλεψη εξωγενών στρεσογόνων παραγόντων

Είναι, λοιπόν, σαφές πως η αντιμετώπιση της αυτοάνοσης νόσου θα πρέπει να περιλαμβάνει τη διαχείριση του άγχους και των στρεσογόνων καταστάσεων, ώστε αυτό να αποτραπεί και να επανέλθει η ισορροπία στον οργανισμό (Κώστα, 2018).

Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αποτελεσματικά μέσω της θεραπευτικής διαδικασίας, η οποία στοχεύει στην κατανόηση των ψυχικών συγκρούσεων και την καλύτερη διαχείρισή τους. Απώτερος στόχος είναι το άτομο να αναλάβει έναν πιο ενεργητικό ρόλο στη ζωή του, να μάθει να μοιράζεται τις σκέψεις 

και τα συναισθήματά του και να αποκτήσει αυτογνωσία ώστε να μπορέσει, τελικά, να έχει ψυχική και σωματική υγεία (Πανέτας, 2015).

Ηλιάνα Κουσουνέλου

Συμβουλευτική Ψυχολόγος Ψpoint

Βιβλιογραφία

Κώστα, Ι. (2018). Συσχέτιση άγχους με τα αυτοάνοσα νοσήματα. (Πτυχιακή εργασία,      Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Δυτικής Ελλάδος).

Πανέτας, Π. (2015). Άτομα με αυτοάνοσα νοσήματα: η οπτική της κλινικής κοινωνικής εργασίας ψυχοδυναμικής προσέγγισης. (Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης).

Σερέτη, Σ. (2020). Διαταραχές που οφείλονται στο άγχος – νοσηλευτική παρέμβαση. (Πτυχιακή εργασία, Πανεπιστήμιο Πατρών).

Ζαφειρίου, Μ. (2022). Ψυχολογικά χαρακτηριστικά ατόμων με πολλαπλή σκλήρυνση. (Διπλωματική εργασία, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας).

Ασημακοπούλου, Α. (2012). Ο λειτουργικός ρόλος των συναισθημάτων στην πυροδότηση της αυτοανοσίας. (Μεταπτυχιακή Διπλωματική Εργασία, Πανεπιστήμιο Αιγαίου).

Ανάδειξη της σχέσης με το σύμπτωμα μέσα από την ψυχοθεραπεία μέσω τεχνών

Αναδιμοσίευση από το drama-mediation.blogspot.com 
Δήμητρα Σταύρου Ψυχολόγος/Δραματοθεραπεύτρια
 
Μιλάμε για “συμπτώματα” και στην ψυχολογία για να ορίσουμε κάποια φαινόμενα της συμπεριφοράς που εμφανίζονται ως κορυφές παγόβουνων. 
 
Με τον ίδιο τρόπο που ο πυρετός αποτελεί σύμπτωμα μίας ασθένειας που έχει οργάνωση, αιτιολογία και ιδιότητες, έτσι κι ένα ψυχικό σύμπτωμα αποτελεί την ένδειξη για μία συγκεκριμένη ψυχική οργάνωση που φέρει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά στην συμπεριφορά και στον τρόπο που σχετίζεται το άτομο με τους άλλους, αλλά και αιτιολογία.
 
 
Συμπτώματα που υποδηλώνουν μία νευρωτική δομή προσωπικότητας αποτελούν για παράδειγμα οι κρίσεις πανικού, όλες οι μορφές φοβίας, η εμμονή 
σε ιδέες ή επαναλήψεις πράξεων που έχουν τελετουργικό χαρακτήρα για τον άνθρωπο που τις εκτελεί.  Η νευρωτική δομή, όπως έχουμε ήδη ξαναπεί σε αυτό το ιστολόγιο, δημιουργείται από την αποτυχία ισορροπίας μεταξύ του συστήματος εσωτερικευμένων απαγορεύσεων από τη μια και των επιθυμιών του υποκειμένου, από την άλλη.
 
 
Με τον ίδιο τρόπο δημιουργούνται συμπτώματα (δηλ. ορατές συμπεριφορές-φαινόμενα- ή ενδείξεις αν προτιμάτε) για κάθε στυλ προσωπικότητας (καταθλιπτική, διπολική, οριακή, σχιζοειδή κλπ).
 
Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία η ονομασία-διάγνωση της κάθε ψυχικής δομής γιατί το υποκείμενο δεν ξέρει τι να κάνει αυτή την διάγνωση. Μερικές φορές 
ο χαρακτηρισμός κάποιου ως “καταθλιπτικού”, “σχιζοειδούς” κλπ μπορεί υπό συγκεκριμένες συνθήκες να εγκλωβίζει τόσο τον “ασθενή”, αλλά και τον θεραπευτή του ενίοτε, ως προς την επίλυση των προβλημάτων και την επιτυχή έκβαση της ψυχοθεραπείας του.
 
 
Ωστόσο τα συμπτώματα μας βοηθούν να κατανοήσουμε την εσωτερική λογική που διέπει την ψυχική δόμηση. Αυτό χρειάζεται να το κοινοποιούμε και στον άνθρωπο που εμφανίζει την συμπτωματολογία και να στοχεύουμε προς την νοηματοδότηση του συμπτώματος, σα να πρόκειται για ένα σύμβολο που χρειάζεται αποκωδικοποίηση. Με τον τρόπο αυτόν, το σύμπτωμα παύει να είναι αποκομμένο από την υπόλοιπη προσωπικότητα του ανθρώπου, παύει να προκαλεί έκπληξη, αγωνία, φόβο, να είναι ξένο δηλαδή,  και γίνεται το κλειδί πρόσβασης σε βαθύτερα στρώματα της ψυχικής αλήθειας, εκεί όπου χρειάζεται να οδηγηθεί το υποκείμενο με την συμπαράσταση του θεραπευτή, για να υπάρξει επεξεργασία και αποκατάσταση τραυμάτων, ελλειμμάτων, διαστρεβλώσεων που αφορούν την ιστορία του…
 
 
Ο Φρόυντ από την αρχή της δουλειάς του ανακαλύπτει ότι το σύμπτωμα έχει και οφέλη για τον άνθρωπο που υποφέρει. Παρά τον μάταιο πόνο που 
του δίνει, το σύμπτωμα βοηθά στην έκφραση ενός προβλήματος που  δημιουργεί ψυχική ένταση και ζητά μία οδό εκφόρτωσης. Πέραν όμως της λειτουργίας του για την επιβίωση του ανθρώπου, παρά του ότι μπορεί να του χαλά την ζωή σε πολλούς τομείς, το σύμπτωμα φέρει και ένα άλλο 
όφελος, το οποίο η ψυχανάλυση έχει ονομάσει “δευτερογενές”.
 
Δευτερογενές όφελος για παράδειγμα σε έναν άνθρωπο που υποφέρει από κρίσεις πανικού, μπορεί να είναι ότι χρειάζεται πάντα έναν δεύτερο, δικό 
του άνθρωπο, μαζί του την ώρα που πηγαίνει λόγου χάρη στο σούπερ μάρκετ (αν ο συγκεκριμένος χώρος προκαλεί τις κρίσεις). Άλλος που έχει για παράδειγμα φοβία να οδηγήσει, δεν μένει ποτέ μόνος στο αυτοκίνητο και σχετίζεται με τρόπο εξαρτητικό με τον σύντροφό του για να τον πηγαίνει οπουδήποτε με το αυτοκίνητό του κ.ο.κ.
 
Μέσα από την ψυχοθεραπεία μέσω τέχνης, προσεγγίζουμε τα ψυχικά περιεχόμενα ως συμβολικά περιεχόμενα και με μία τέτοια προοπτική, η νοηματοδότηση-κατανόηση γίνεται περισσότερο εφικτή. 
Τα σύμβολα, όπως και τα συμπτώματα, δεν είναι μονοσήμαντα. Μπορούμε να δώσουμε πολλές ερμηνείες 
να τα δούμε από διαφορετικές πλευρές.
 
Ας δούμε μερικά παραδείγματα από την δραματοθεραπευτική μου δουλειά με ανθρώπους που υποφέρουν από διαφορετικά συμπτώματα. Φυσικά 
τα ονόματα των ανθρώπων και άλλα στοιχεία αναγνωρίσιμα της ταυτότητάς τους παραμένουν απόρρητα για λόγους ευνόητους…
 
Ο τρόπος που δουλεύω με τα συμπτώματα μέσω της τέχνης έχει πολλές διαφορετικές τεχνικές και χρησιμοποιούμε πολλά διαφορετικά μέσα. Δράμα, εικαστικά, κατασκευές, installation, μεικτές τεχνικές κλπ. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα όμως θα μείνω σε μία τεχνική που έχει να κάνει με πηλό και 
μικρές κούκλες.
 
Καλώ τον άνθρωπο να φτιάξει σε γλυπτό το σύμπτωμα του…Καλείται να μην έχει κάποια ιδέα από πριν καθώς έχει τον πηλό στα χέρια του, αλλά να αφεθεί όσο μπορεί στην αίσθηση του πηλού στα χέρια του, στην υφή του, και να αποφύγει όσο το δυνατό περισσότερο τις σκέψεις αρχικά. Σιγά σιγά αρχίζει κι εμφανίζεται μία μορφή που για τον ίδιο αποκτά ένα νόημα και εξελίσσει την κατασκευή του ως να φτάσει σε ένα ικανοποιητικό σημείο για 
τον χρόνο που έχει δοθεί από το ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο.
 
Μετά καλείται, αν θέλει, να βρει μία από τις μικρές κούκλες που να αισθάνεται ότι τον αντιπροσωπεύει καλύτερα και να δείξει τόσο στον εαυτό του 
όσο και σε μένα (την θεραπεύτρια) τον τρόπο που σχετίζεται ο ίδιος με το σύμπτωμά του.
  
Ας δούμε μερικά παραδείγματα…
 
Εικόνα 1
 
 Στην εικόνα 1. ο άνθρωπος μου λέει ότι αυτό που προέκυψε είναι ότι το σύμπτωμα είναι σαν ένας βράχος πάνω στον οποίο προσκρούει. Ωστόσο, από την εικόνα μπορούμε να δούμε και κάτι άλλο που φυσικά σχετίζεται με το δευτερογενές όφελος του συμπτώματος. Η κούκλα όπως είναι τοποθετημένη στο γλυπτό φαίνεται σα να προστατεύεται από αυτό, ακόμη και να ξεκουράζεται σε αυτό.
 
Εικόνα 2
Στην εικόνα 2. έχουμε να κάνουμε με μία νεαρή γυναίκα που η φοβία που έχει αναπτύξει είναι να την αναγκάζει να μην θέλει να βγει από το σπίτι της. Με την ψυχοθεραπεία της, στην φάση αυτή που δημιουργείται το γλυπτό, κάνει δειλά δειλά τα πρώτα της βήματα έξω από το σπίτι.  Όπως βλέπετε, η μάγισσα έχει εξέλθει (ή φυλάει;) από το πουγκί και κρατά την μαγική της σκούπα (που ως μαγική αποτελεί όχημα)…
 
Εικόνα 3
 
Στην εικόνα 3 έχουμε ένα γλυπτό “χταπόδι” που έχει αρπάξει την κούκλα που αντιπροσωπεύει την γυναίκα που υποφέρει από κρίσεις πανικού. Η κούκλα που έχει επιλέξει, γυμνή από ρούχα, μας οδηγεί σε έναν συνειρμό σχετικό με σεξουαλική παραβίαση αφής-πιασίματος-αρπάγματος. Κάτι που έχει συμβεί στην γυναίκα κατά την εφηβεία της και που αποτελεί την ρίζα του προβλήματος της, κάτι δεν το είχε αξιολογήσει ως σημαντικό γεγονός της ιστορίας της ως την στιγμή της θεραπείας της μέσω τέχνης.
 
Σε κάθε περίπτωση αυτές οι δημιουργίες μέσα στο θεραπευτικό ασφαλές πλαίσιο ανοίγουν έναν δρόμο στον λόγο. Δίνουν τροφή για σκέψη και κινητοποιούν. Τα παραδείγματα είναι πολλά αλλά νομίζω ότι μπορώ να σταματήσω εδώ για σήμερα, ελπίζοντας να σας έχω δώσει μία ιδέα στο πώς μπορούμε να προσεγγίσουμε ψυχοθεραπευτικά μέσω τέχνης το σύμπτωμα. Εσείς, οι αναγνώστες του ιστολογίου, πιθανόν μπορείτε να δείτε κι άλλα στοιχεία στα παραπάνω παραδείγματα και αν θέλετε μπορείτε να μου στείλετε τις ιδέες σας ηλεκτρονικά στο: dimitrastav@yahoo.com.
 
Ο τρόπος δουλειάς και επεξεργασίας του τραύματος μέσω τεχνών είναι ένας τρόπος που το κάνει μάλλον πιο εύκολο γιατί στηρίζεται στην δημιουργικότητα.  Δουλεύοντας έτσι, αποκτούμε πρόσβαση σε κρυφά περιεχόμενα του ασυνειδήτου. Όπως και να  έχει, το σύμπτωμα είναι πολυσήμαντο όπως και το κάθε έργο τέχνης… Κάθε σημασία που μπορούμε να αποδώσουμε έρχεται και συμπληρώνει την άλλη. Δεν υπάρχει σωστό και λάθος. Οι ερμηνείες αυτές γίνονται ακόμη πιο πολυδιάστατες όταν τα έργα αυτά παρουσιάζονται σε ομάδα δραματοθεραπείας. Οι ερμηνείες των μελών στηρίζονται τόσο στην δική τους εσωτερική πραγματικότητα όσο και στην πραγματικότητα του έργου. Προτείνουν τις ιδέες τους κι ο δημιουργός, ο πάσχων από το σύμπτωμα, αναγνωρίζει αν κάτι από όλα αυτά είναι αληθές.  

Γιατί μόνο ο ίδιος ο άνθρωπος γνωρίζει την αλήθεια του καλύτερα από όλους τους άλλους. Απλά αυτή του καλύπτεται πίσω από το σύμπτωμα και η τέχνη βοηθά να του αποκαλυφθεί!

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

Έχουμε την χαρά και την τιμή να σας ενημερώσουμε για την έναρξη συνεργασίας του κέντρου μας Ψpoint, Ψυχοθεραπείες μέσω Τεχνών, με την Αστική μη Κερδοσκοπική εταιρία «Θάλπος», με στόχο την κλινική παρέμβαση μέσω τεχνών σε παιδιά και εφήβους Νοσοκομείων και νοσοκομειακών Ξενώνων, αλλά και σε ενήλικο πληθυσμό δήμων της Αττικής.

Ως ΨPoint Κέντρο Ψυχοθεραπείας μέσω Τεχνών συνεισφέρουμε στην συνεργασία μας με την Θάλπος,  με  γνώση και τεχνογνωσία, αλλά και το θεραπευτικό δυναμικό μας, επιδεικνύοντας επαγγελματισμό και υπευθυνότητα τόσο προς τους συνεργάτες μας, όσο και προς τους πληθυσμούς που είναι αποδέκτες των υπηρεσιών της Θάλπος.

Η συνεργασία του κέντρου μας και με άλλους φορείς του χώρου ψυχικής υγείας αποτελεί έναν από τους στόχους μας, καθώς μας δίνει την ευκαιρία ανταλλαγής τεχνογνωσίας, προώθησης των ψυχοθεραπειών μέσω τεχνών και ανάδειξης της αποτελεσματικότητας τους στον γενικό πληθυσμό. Επίσης, τέτοιες συνεργασίες ενδυναμώνουν το κίνητρο μας  να παρέχουμε τις βέλτιστες υπηρεσίες κλινικών διαμεσολαβήσεων μέσω τεχνών εντός και εκτός του κέντρου μας.

Ευχαριστούμε πολύ την Θάλπος για την εμπιστοσύνη της!

 

 

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

Κάθε φορά παρατηρώ τον ρυθμό όποιου μπαίνει στην αίθουσα με τα μουσικά όργανα και προσπαθώ να μεταφράσω την ταχύτητά του σε μουσικό παλμό.

Παρατηρώ το παιδί με τις κινήσεις που μοιάζουν με αυτές των βρεφών των πρώτων ημερών που δεν έχουν συνηθίσει την κίνηση έξω από το αμνιακό υγρό και είναι απότομες και κοφτές να τρέχει να δοκιμάσει όλους τους ήχους που του προσφέρονται. Να καταλήγει στην κιθάρα, να τσιμπάει ξανά και ξανά τις χορδές με συγκέντρωση και κάθε νέα του κίνηση να γίνεται πιο πλαστική, με καλύτερη εκτίμηση, πιο καλά υπολογισμένη για να του δώσει τον ήχο που θέλει.

Και χαμογελώ γιατί θυμάμαι τα άρθρα που διάβαζα για την ακουστική αντίληψη και πώς ο ήχος τροφοδοτεί και ανατροφοδοτεί την κίνηση διαμορφώνοντάς την στην ουσία. Χαμογελώ γιατί το παιδί γνωρίζει κατά βάθος τι χρειάζεται το σώμα του εκείνη την στιγμή, τι ερέθισμα χρειάζεται ο εγκέφαλός του για να καλλιεργήσει στο έπακρο τις ικανότητες των δαχτύλων του ώστε να μεταφερθεί αυτό και στην γραφή και στην ζωγραφική. Και παίζω κι εγώ μαζί του μουσική πλαισιώνοντας την σημαντική αυτή του εργασία ψυχή τε και σώματι αντλώντας από το μουσικό υλικό όλης της μουσικής μου μελέτης δημιουργώντας μαζί του.

Και σημειώνω στο μυαλό μου να κοιτάξω ξανά την τεχνική της θεραπευτικής χρήσης των μουσικών οργάνων (Therapeutic Instrumental Music Performance, TIMP) που στοχεύει στην βελτίωση κάθε εκούσιας κίνησης και να δημιουργήσω για το συγκεκριμένο παιδί με την κιθάρα που έχω μπροστά μου μια ακόμα καλύτερη εκδοχή του σημερινού παιχνιδιού. Ένα παιχνίδι με διαφορετικούς παλμούς, με πιο συγκεκριμένους στόχους ως προς την λεπτή κίνηση, αλλά ικανό να κρατήσει το δημιουργικό ενδιαφέρον του παιδιού, να αντανακλά την αγάπη που δείχνει το ίδιο προς την κιθάρα και αυτό που του προκαλεί.

Χμμ σκέφτομαι αφού το αποχαιρετήσω, καθόλου απλή άσκηση. Αλλά από την άλλη τόσο μα τόσο προκλητική και δημιουργική! Και στην πραγματικότητα μέσα μου ευχαριστώ το παιδί γι’ αυτήν την ευκαιρία που μου δίνει: να μελετήσω ξανά, να αναπροσαρμόσω την ήδη βιωμένη γνώση στις ανάγκες του κι όλα αυτά με μουσική, με δημιουργία, με αγάπη. Χαμογελάω ξανά.

Oυρανία Λιαρμακοπούλου, Μουσικοθεραπεύτρια

Νόσος Αλτσχάιμερ Επιβεβαιώνεται η συμβολή της μουσικοθεραπείας στη βελτίωση της μνήμης

Πρόσφατες έρευνες φέρνουν στο φως νέα στοιχεία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο η μουσική μεταβάλλει τις συνδέσεις στον εγκέφαλο. Τα άτομα που δέχτηκαν να ακολουθήσουν ένα πρόγραμμα μουσικοθεραπείας οκτώ εβδομάδων παρουσίασαν πράγματι βελτιωμένη εγκεφαλική σύνδεση ανάμεσα σε δύο συγκεκριμένες περιοχές, ιδίως όταν επρόκειτο για γνωστά και αγαπημένα τραγούδια.
Αν και δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή κάποια θεραπεία που θα μπορούσε να καταπολεμήσει τη νόσο του Αλτσχάιμερ, εντούτοις υπάρχει η δυνατότητα να μειωθούν τα γνωστικά και ψυχο-συμπεριφορικά συμπτώματα των ασθενών.

Και αυτό συνδυάζοντας κατά κύριο λόγο τη φαρμακοθεραπεία με άλλες παρεμβάσεις μη φαρμακευτικές. Ανάμεσα σε αυτές βρίσκεται και η μουσικοθεραπεία η οποία συνίσταται στη χρήση της μουσικής με σκοπό την ανακούφιση ορισμένων συμπτωμάτων των ασθενών. Στην περίπτωση της νόσου Αλτσχάιμερ, η μουσικοθεραπεία οδηγεί στη μείωση του άγχους και της νευρικότητας των ασθενών ενεργοποιώντας τη μνήμη και βοηθώντας την ανάδυση των αναμνήσεων. “Όπως κάθε θεραπεία, πρόκειται πρωτίστως για ένα αποτελεσματικό μέσον που βοηθάει στη σύναψη σχέσης ανάμεσα στον ασθενή και τον φροντιστή του”, εξηγεί το Ίδρυμα Alzheimer. Έτσι, η μουσικοθεραπεία συμβάλλει αρχικά στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών και των φροντιστών τους. Τι συμβαίνει όμως όσον αφορά την επίδρασή της πάνω στην πορεία της ίδιας της νόσου; Αποδεικνύεται ότι η μουσική θα μπορούσε να επιβραδύνει την ανάπτυξη ασθενειών όπως η νόσος Αλτσχάιμερ σύμφωνα με τη μελέτη των ερευνητών του εργαστηρίου μουσικής απεικόνισης και νευρικού δυναμικού του Πανεπιστημίου Northeastern.

Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Nature’s Scientific Reports, δείχνει ότι αυξήθηκαν οι συνδέσεις του εγκεφάλου των ηλικιωμένων οι οποίοι άκουγαν την αγαπημένη τους μουσική. Πιο συγκεκριμένα, η διεπιστημονική ερευνητική ομάδα, αποτελούμενη από μουσικοθεραπευτές νευρολόγους και ψυχιάτρους ειδικευμένους στην τρίτη ηλικία, ανακάλυψε ότι η μουσική γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στο ακουστικό σύστημα του εγκεφάλου και στο σύστημα ανταμοιβής το οποίο σχετίζεται με τα κίνητρα: προάγει τη σύνδεση μεταξύ ακουστικών και σχετιζόμενων με την ανταμοιβή περιοχών του εγκεφάλου. “Υπάρχει κάτι στη μουσική που είναι εκείνη η λειτουργική σύνδεση μεταξύ του ακουστικού συστήματος και του συστήματος ανταμοιβής και για αυτό η μουσική είναι τόσο ιδιαίτερη και ικανή να επηρεάσει αυτές τις φαινομενικά πολύ γενικές γνωστικές λειτουργίες που ξαφνικά αφορούν σε μεγάλο βαθμό τα άτομα με άνοια που ακούνε μουσική”, εξηγεί η καθηγήτρια Psyche Loui η οποία διευθύνει το εργαστήριο. Η ομάδα ήθελε επίσης να διαπιστώσει εάν τα θετικά αποτελέσματα είναι μεγαλύτερα όταν η μουσική επιλέγεται από τον ίδιο τον ασθενή και αφορά τραγούδια που έχουν ιδιαίτερη αξία για εκείνον.
Η γνώριμη και αγαπημένη μουσική παράγει το καλύτερο αποτέλεσμα.

Αυτό αποτελεί μέρος της διαπίστωσης ότι ενώ η μουσικοθεραπεία αποτελεί πλέον κοινή πρακτική στους οίκους ευγηρίας, ελάχιστες έρευνες έχουν επικεντρωθεί στους νευρικούς μηχανισμούς που αφορούν την προέλευση του φαινομένου καθώς και στα πιο αποτελεσματικά είδη μουσικής. Οι ερευνητές λοιπόν, προκειμένου να το μελετήσουν, στρατολόγησαν μία ομάδα γνωστικά υγιών ενηλίκων μεταξύ 54 και 89 ετών. Με τη βοήθεια ενός μουσικοθεραπευτή, δημιούργησε ο καθένας δύο λίστες αναπαραγωγής μουσικής και ονόμασαν τη μία “ξεσηκωτική” και την άλλη “χαλαρωτική”. Οι συμμετέχοντες έπρεπε στη συνέχεια να ακούνε τη μουσική που οι ίδιοι είχαν επιλέξει επί μία ώρα καθημερινά για οκτώ συνεχόμενες εβδομάδες. Στην αρχή και στο τέλος της έρευνας υποβλήθησαν επίσης σε μια δοκιμασία εγκεφαλικής απεικόνισης κατά την οποία ο καθένας τους άκουσε 24 διαφορετικά μουσικά κομμάτια. Έξι από αυτά είχαν επιλεγεί από τους ίδιους τους συμμετέχοντες (από Beatles μέχρι Bruce Springsteen), ενώ τα υπόλοιπα τα επέλεξαν οι ερευνητές ανάμεσα σε πολλά διαφορετικά μουσικά είδη: κλασική μουσική, ποπ, ροκ… Τέλος, οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν κάθε τραγούδι σε σχέση με την απόλαυση και την εξοικείωσή τους με αυτό.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι συνδέσεις του εγκεφάλου βελτιώθηκαν σημαντικά σε ορισμένες περιοχές-κλειδιά και ότι η προσωπικά επιλεγμένη μουσική τις διεγείρει πολύ πιο αποτελεσματικά από ό,τι η μουσική η επιλεγμένη από άλλους.
Πιο συγκεκριμένα, το εύρημα ήταν πιο εμφανές σε μια συγκεκριμένη περιοχή του εγκεφάλου, τον έσω προμετωπιαίο φλοιό, που είναι “μια από τις περιοχές που χάνει τη δραστηριότητα και τη λειτουργική του συνδεσιμότητα στους ηλικιωμένους, ιδίως σε όσους πάσχουν από άνοια”, προσθέτει η καθηγήτρια Psyche Loui. 

Επιπλέον, η οικεία και αγαπημένη μουσική έτεινε να ενεργοποιεί περισσότερο τις ακουστικές περιοχές καθώς και εκείνες που σχετίζονται με την ανταμοιβή. Ωστόσο, η μουσική που είχαν επιλέξει οι ίδιοι οι συμμετέχοντες οδήγησε σε μια ακόμα ισχυρότερη σύνδεση ανάμεσα σε αυτές τις δύο περιοχές του εγκεφάλου. “Αυτός θα μπορούσε να είναι ο κεντρικός μηχανισμός για τις αλλαγές που συμβαίνουν στον εγκέφαλο όταν ακούτε μουσική και όταν την ακούτε με τρόπο συνεπή, επίμονο και συνειδητό κατά τη διάρκεια μιας παρέμβασης”, προσθέτει η επιστήμονας. Μένει να δούμε τον τρόπο και τον βαθμό στον οποίο η μουσική μπορεί να βοηθήσει στη βελτίωση της μνήμης, της γνώσης και των εκτελεστικών λειτουργιών.
Πώς μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη μουσική οι φροντιστές
“Είναι κάτι πάνω στο οποίο εργαζόμαστε αυτή τη στιγμή και πιστεύω ότι μπορεί να υπάρχει κάτι στο γεγονός ότι η μουσική είναι μια τέχνη που ξεδιπλώνεται στον χρόνο ”, σημειώνει η ίδια. “Για παράδειγμα, ακούς έναν ρυθμό και μετά χτυπάς το πόδι σου σε αυτόν τον ρυθμό. Η διαδικασία αυτή ενεργοποιεί τα συστήματα ανταμοιβής και τα γνωστικά συστήματα του εγκεφάλου με έναν τρόπο που θα μπορούσε να έχει μακροπρόθεσμα οφέλη στις γνωστικές 
λειτουργίες”.

Η επιστημονική ομάδα ελπίζει ότι θα μπορέσει στο μέλλον να επεκτείνει τη μελέτη της σε άτομα με γνωστικές και νευροεκφυλιστικές διαταραχές που θα μπορούσαν να ωφεληθούν περισσότερο από τα θετικά αποτελέσματα της μουσικοθεραπείας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτή η πολύ ευεργετική επίδραση της μουσικής στον εγκέφαλο αναφέρεται και από το CNRS που επιβεβαίωσε ήδη από το 2016 ότι “τον ήχο επεξεργάζεται αρχικά το ακουστικό σύστημα και στη συνέχεια παρεμβαίνουν διάφορες περιοχές του εγκεφάλου σχετιζόμενες με τη μνήμη, τα συναισθήματα, τις κινητικές δεξιότητες (η μουσική μας κάνει να θέλουμε να χτυπήσουμε τα πόδια μας στο πάτωμα), τη γλώσσα… για να μην αναφέρουμε την ενεργοποίηση των νευρικών κυκλωμάτων ανταμοιβής (την παραγωγή ντοπαμίνης) όταν ακούμε μουσική που μας είναι ευχάριστη”.

Ο οργανισμός εξηγεί επιπλέον ότι ο εγκέφαλος επεξεργάζεται με αυτόματο τρόπο τη μουσική και την αποθηκεύει στην άρρητη μνήμη. Θα μπορούσε να είναι επίσης χρήσιμη στην καταπολέμηση της γήρανσης, υπό την προϋπόθεση ότι την ακούμε συστηματικά, τραγουδάμε ή παίζουμε κάποιο μουσικό όργανο ώστε να ενεργοποιήσουμε τον εγκέφαλο. Όσον αφορά τους φροντιστές, το Ίδρυμα Alzheimer συστήνει την προσαρμογή του μουσικού στιλ σύμφωνα με τις προτιμήσεις του ατόμου που πάσχει από τη νόσο του Αλτσχάιμερ. “Αν δεν γνωρίζετε τι είδος μουσικής ακούει ο ασθενής, ρωτήστε τον, βάλτε του να ακούσει διάφορα είδη και παρατηρήστε τις αντιδράσεις του”, συμβουλεύει ο οργανισμός. Εάν το άτομο γνωρίζει καλά τον ασθενή, μπορεί να του βάλει να ακούσει τραγούδια που ξέρει ότι του άρεσαν ώστε να τον βοηθήσει στην ανάκληση μιας προηγούμενης ανάμνησης.

Τέλος, “είτε πρόκειται για ραδιόφωνο, YouTube, χορωδία ή συναυλία, βεβαιωθείτε ότι η ένταση της μουσικής είναι κατάλληλη ώστε όλοι να απολαύσουν τη στιγμή. Εάν είναι απαραίτητο, ελέγξτε την ακοή του ασθενούς”, τονίζει το Ίδρυμα. Μακροπρόθεσμα, είναι καλύτερο να δημιουργήσετε μια εξατομικευμένη λίστα τραγουδιών ώστε να αξιοποιηθεί στο έπακρο η εμπειρία αυτή.

Alexandra Bresson (Μτφρ. από τα γαλλικά από την Ηλιάνα Κουσουνέλου για το ΨPoint).
Πηγή: https://www.femina.fr/

Ένα παράδειγμα πρακτικής εφαρμογής τεχνικών παιγνιοθεραπείας στο σχολικό περιβάλλον

Το ψυχοεκπαιδευτικό πρόγραμμα 7+1 παραμύθια πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά σε μαθητές Α’ και Β’ Δημοτικού το 2020. Παρουσιάστηκε στο 2ο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο στην Παιδική Ευημερία, καθώς και στο 14ο State of Art, Πανελλήνιο Συνέδριο Εφηβικής Υγείας/Ιατρικής. Έκτοτε διοργανώθηκαν ξανά και ξανά ομάδες παιδιών και ανάλογα με τη σύνθεση της κάθε ομάδας άλλαζαν, και οι δραστηριότητες.
Το συγκεκριμένο πρόγραμμα βασίζεται στις αρχές του θεραπευτικού παιχνιδιού συνδυαστικά με ψυχοεκπαιδευτικές τεχνικές και “δουλεύει” με διαφορετικό τρόπο τις ανάγκες της εκάστοτε ομάδας. Βασίζεται στο παραμύθι και το παιχνίδι.

Το παραμύθι περιέχει συμβολισμούς οι οποίοι, ερμηνεύονται διαφορετικά ανάλογα με το τι κουβαλά ο καθένας μέσα του. Είναι ένα ισχυρό εργαλείο που  βοηθά το παιδί να αντανακλά τα συναισθήματά του. Κατά τον Μπρούνο Μπέτελχαϊμ (ψυχολόγος, λόγιος, διανοούμενος και συγγραφέας) τα παραμύθια, αντιπροσωπεύουν την τάξη, αντί της εσωτερικής σύγχυσης του παιδιού (οι όροι Εκείνο, Εγώ και Υπερεγώ βρίσκονται ενσαρκωμένοι στα παραμύθια).

Το παιχνίδι από την άλλη, σύμφωνα με την Virginia Axline (ψυχολόγος και μια από τις πρωτοπόρους στη χρήση της παιγνιοθεραπείας), είναι το φυσικό μέσο αυτο-έκφρασης του παιδιού. Είναι η ευκαιρία του παιδιού να εξωτερικεύσει τα συναισθήματα του και να αναδομήσει τα δυσλειτουργικά μοτίβα της ζωής του. Γι΄αυτό το λόγο και επιλέχθηκαν αυτά τα δύο μέσα (το παραμύθι και το παιχνίδι) για τη δημιουργία αυτού του προγράμματος.

Η στοχοθεσία για την αρχική ομάδα παιδιών ήταν η:

-Ομαδικότητα
-Ψυχοκινητική Ανάπτυξη
-Επίλυση Συγκρούσεων
-Ανάπτυξη Ενσυναίσθησης
-Ανάπτυξη θεωρίας του Νου
-Διαχείριση Συναισθημάτων
-Διαχείριση Σχολικής Άρνησης

Με το τέλος του προγράμματος, τα παιδιά βελτίωσαν τις δεξιότητες λεπτής κινητικότητας και την έκφρασή τους.

Eπιλέχθηκαν αγαπημένα παιδικά βιβλία, που το καθένα πραγματευόταν κι άλλα ζητήματα όπως:

-Άουτς- Scamell Ragnhild
-Τα τρία μικρά λυκάκια-Ευγένιος Τριβιζάς
-Η αρπαγή της κότας Rodriguez Beatrice
-Ένας τοίχος στη μέση του βιβλίου-John Agee
-Τέλεια μέρα για νεύρα- Suzanne Lang
-Το μικρότερο χριστουγεννιάτικο δώρο-Peter Reynolds
-Το κάτι άλλο-Cave Kathryn

Στην τελευταία συνάντηση φτιάξαμε το δικό μας επιτραπέζιο, με ήρωες και περιπέτειες των αγαπημένων μας παραμυθιών. Μέσα από το επιτραπέζιο εκφράστηκαν οι φόβοι και οι ανησυχίες μας, καθώς και το ποια είναι τα στηρίγματά μας και τι μας κάνει χαρούμενους!

Τρόπος κατασκευής επιτραπέζιου παιχνιδιού

Υλικά:
1 λευκό χαρτί κάνσον
μαρκαδόροι-ξυλομπογιές-μολύβια
Πιόνια
1 ζάρι

Στο χαρτόνι τα παιδιά ή εσείς σχεδιάζετε τη διαδρομή που πρέπει να ακολουθήσουν οι ήρωες μας. Έπειτα τα παιδιά είτε ένα-ένα με τη σειρά, είτε όλοι μαζί, σε συμφωνία, φτιάχνουν στα τετραγωνάκια της διαδρομής παγίδες-εμπόδια, αλλά και βοήθειες-συμμάχους (π.χ. ο Ρούνι-Ρούνι σου έδειξε μια παράκαμψη. Προχώρα 2 τετράγωνα). Νικητής είναι ο παίχτης που θα τερματίσει πρώτος.

Αναστασία Κούρτη,

Ειδική Παιδαγωγός MSc,
εκπ. Παιγνιοθεραπεύτρια

Βοηθείστε τα παιδιά σας να διαχειριστούν το άγχος τους

        Πολλές φορές τα παιδιά αγχώνονται, το ίδιο και εμείς με αποτέλεσμα κάποιες φορές να το μεταφέρουμε στα παιδιά. 

        Τι μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να διαχειριστούν το άγχος;

  • Βοηθήστε τα να μάθουν τα διάφορα συναισθήματα, εξηγήστε τους τι είναι το άγχος και βοηθήστε τα να εντοπίζουν πότε αγχώνονται.
  • Χρησιμοποιήστε τεχνικές που βοηθούν το παιδί σας να νιώσει χαλαρό (π.χ. τεχνικές mindfulness, τεχνικές από creative arts therapies κτλ)
  • Δώστε του μια αγκαλιά. 
  • Δείξτε του πώς να αναπνέει ώστε να χαλαρώνει (δείτε εδώ το σχετικό video). 
  • Προτρέψτε το να ζωγραφίσει το άγχος του.
  • Δοκιμάστε το νευροδραματικό παιχνίδι.
  • Δώστε του ένα μικρό παιχνιδάκι που μπορεί να ζουλάει ή fidget για να μπορεί να βγάζει την έντασή του.
  • Δημιουργήστε μαζί τη δική σας ιεροτελεστία στην οποία θα μπορεί να καταφεύγει το παιδί σας όποτε νιώθει αγχωμένο (π.χ. ένας μυστικός χαιρετισμός, ένα τραγουδάκι κτλ)
  • Εντοπίστε τι δημιουργεί άγχος στο παιδί σας. Φτιάξτε μια φόρμα καταγραφής και σημειώστε κάθε φορά που το παιδί σας εκφράζει άγχος κι ανησυχία. Δείτε με ποια περιστατικά στη ζωή του παιδιού σας συνέπεσε αυτή του η συμπεριφορά. Αν είναι αρκετά μεγάλο μπορεί να κάνει την καταγραφή το ίδιο το παιδί.
  • Δώστε του χώρο και χρόνο.
  • Σκεφτείτε μήπως μεταδίδετε εσείς το άγχος σας στο παιδί. Συχνά τα παιδιά συγχρονίζονται με τους ενήλικες και τα συναισθήματά μας και λειτουργούν ως καθρέφτες μας. Παρατηρήστε κι εντοπίστε αν το άγχος που εκφράζει το παιδί σας είναι τελικά του ίδιου παιδιού ή δικό σας.
  • Αφήστε το παιδί να διαχειριστεί μόνο του κάποιες από τις καταστάσεις που του δημιουργούν άγχος.
  • Έτσι θα ενδυναμωθεί και θα αποκτήσει αυτοπεποίθηση.
  • Απευθυνθείτε σε ειδικούς για να καθοδηγήσουν εσάς και να βοηθήσουν το παιδί σας. Η παιγνιοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει το παιδί σας να διαχειριστούν το άγχος του, ενώ παράλληλα η συμβουλευτική γονέων μπορεί να βοηθήσει εσάς ώστε να αποκτήσετε τα κατάλληλα εργαλεία για να υποστηρίξετε το παιδί σας.

    Αναστασία Κούρτη ,
    Ειδική παιδαγωγός , εκπ. παιγνιοθεραπεύτρια,
    MSc LACIC, MSc Youth, PhDc Therapeutic Play

Σκιαγραφώντας το προφίλ του εξαρτημένου και της οικογένειάς του

(Εισήγηση που παρουσιάστηκε στις 14 Μαΐου 2011, στην Εταιρεία Κλινικής Κοινωνικής Ψυχολογίας) Από την αρχή των σπουδών μου είχα ένα σοβαρό δίλημμα επιλογής ανάμεσα στην κοινωνική και την κλινική ψυχολογία. Ένα σοβαρό γνωστικό αλλά και ιδεολογικό πρόβλημα μπορεί να προκύψει μέσα από τον ψυχολογισμό, αλλά και μέσα από τον κοινωνιολογισμό εφόσον αυτοί γίνονται μονομερώς. Ευτυχώς, στην πορεία της δουλειάς, το δίλημμα φάνηκε να ελαχιστοποιείται, καθώς η κλινική προσέγγιση των κοινωνικών φαινομένων έδωσε τη λύση. Το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης βρίσκεται ακριβώς στον κόμβο συνάντησης της ατομικής παθολογίας και της κοινωνικής δυσφορίας. Η τοξικομανία δεν μπορεί να καταταχθεί ως ψυχική ασθένεια, καθώς πρόκειται για μια πρακτική και δεν αφορά μόνο το ίδιο το άτομο αλλά και το μάκρο- και μίκρο- κοινωνικό περιβάλλον. Έτσι, η τοξικοεξάρτηση δεν μπορεί να μελετηθεί παρά μόνο μέσα από μία μία διυποκειμενική θεώρηση και διεπιστημονική προσέγγιση. Μετά από την δεκαετή εμπειρία σε διάφορα πλαίσια (Σύλλογος Αντιμετώπισης Εξαρτημένων, Πρόγραμμα απεξάρτησης  εφήβων δήμου Καλλιθέας ΘΗΣΕΑΣ, ΟΚΑΝΑ, φυλακές Κορυδαλλού) με το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης γεννιέται το ερώτημα αν μπορούμε να σκιαγραφήσουμε το προφίλ του εξαρτημένου και της οικογένειάς του. Η αλλαγή που διαφαίνεται μέσα στην εξάρτηση, κάνει συχνά τους  γονείς του εξαρτημένου και γενικά το περιβάλλον του, να μιλούν για ένα «άλλο παιδί», για μία αλλαγή προσώπου και χαρακτήρα. Έτσι, προσπαθώντας να σκιαγραφήσουμε το πορτραίτο του τοξικοεξαρτημένου, πρέπει να κινηθούμε σε δύο επίπεδα. Σε ένα πριν την εγκατάσταση της εξάρτησης και σε αυτό που εμφανίζεται μετά. Θα ξεκινήσουμε από το δεύτερο γιατί είναι πιο ομοιογενές, καθώς εκεί μας επιτρέπεται να μιλήσουμε για ένα λιγότερο ή περισσότερο κοινό προφίλ. Ο εξαρτημένος που είναι χρόνια στην εξάρτηση είναι ορατός από το περιβάλλον του, αλλά και από την κοινωνία. Αλλάζει η εμφάνισή του (η αυτοκαταστροφική συμπεριφορά διαφαίνεται και από αυτοεπιθετικές  πρακτικές όπως είναι το piercing, τα τατουάζ, οι αυτοτραυματισμοί, αλλά και λιγότερο άμεσα επιθετικές, όπως είναι η παραμέληση του σώματος). Η εξωτερική εικόνα μπορεί να διαφέρει, αφού σχετίζεται με το κατά πόσο γίνεται ανεκτός από το οικογενειακό περιβάλλον, και την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Σε ψυχικό επίπεδο, από τα λεγόμενα των σημαντικών άλλων, εμφανίζεται ως αφερέγγυος και ανάξιος εμπιστοσύνης. Είναι αναβλητικός, λέει πολλά ψέμματα, χειριστικός στο περιβάλλον, θρασύδειλος, επιθετικός κυρίως προς την οικογένεια, παραβατικός, αναποφάσιστος, με τάση για θεωρία και καθόλου πράξη, απουσία ενδιαφέροντος πλην της  χρήσης, με ιδεοψυχαναγκαστική ενασχόληση με το σώμα, επιφανειακά κοινωνικός με άλλους χρήστες εξαιτίας της ουσίας, πολυμήχανος. Σταδιακά, μέσα στη χρήση, βλέπουμε να χάνεται η αναπαραστασιακή του ικανότητα. Έτσι, τόσο η σκέψη του, όσο και η συμπεριφορά του γίνονται μηχανιστικές, στερημένες από φαντασία, μεταφορά και συναισθηματικές αποχρώσεις. ‘Οπως μας λέει, στο σημείο αυτό ο Γ. 26 ετών εξαρτημένος σε θεραπεία: «Η λήψη των διαφορετικών ουσιών ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα εμπειρία γιατί μπορούσα να νοιώθω πολλά διαφορετικά συναισθήματα που δεν τα είχα αισθανθεί ποτέ»… Το αναπαραστασιακό κενό έρχεται να αναπληρώσει το σύμπτωμα του σώματος. Το σώμα πονάει, μιλάει-μέσα από αντικείμενα και πρακτικές, προκαλεί. Αλλά και η ίδια η λήψη της ουσίας έχει να κάνει με μία πρακτική που εμπλέκει το σώμα.  Όπως μας λέει ο Γρ. Αμπατζόγου, η χρήση ουσιών δημιουργεί μία σχέση σώμα με σώμα (το σώμα του εξαρτημένου με το σώμα της ουσίας). Εκτός όμως από τη σωματοποίηση, ο εξαρτημένος είναι επιρρεπής στον παρορμητισμό του. Παρορμητικός, αλλά όχι αυθόρμητος. Η παρορμητική του συμπεριφορά τον φέρνει συχνά αντιμέτωπο με πολλαπλά προβλήματα. Η οικογένεια που έχει χτυπηθεί από τη μοίρα της εξάρτησης ενός μέλους της εμφανίζεται καταθλιμμένη και αδύναμη να στηριχθεί και να στηρίξει το μέλος της. Διακατέχεται από έντονα συναισθήματα άγχους, τη συνεχή της αγωνία απέναντι στο ενδεχόμενο του θανάτου, αλλά και των νομικών προβλημάτων που σχετίζονται με την εξάρτηση. Από την άλλη, αισθάνεται την τοξικοεξάρτηση του μέλους της ως  κοινωνικό στίγμα για το οποίο ντρέπεται πολύ. Ως αποτέλεσμα αυτού του στιγματισμού κλείνεται στον εαυτό της και διακατέχεται από κρυψίνοια. Δεν γνωρίζει πως να φερθεί στον εξαρτημένο. Δεν είναι σταθερή. Δοκιμάζει διάφορους τρόπους χωρίς να υπάρχει συνέπεια ως προς τη διατήρηση και επιλογή κάποιου από αυτούς, λένε: «έχουμε δοκιμάσει τα πάντα μαζί του, αλλά τίποτα δεν κατάφερε να τον αποτρέψει από τη λήψη ουσιών». Παρακολουθούν τον εξαρτημένο και εμπλέκονται στο παιχνίδι των ουσιών, προσπαθώντας να μάθουν τι προκαλλεί η μία ουσία, ή η άλλη. Ψάχνουν τα προσωπικά του αντικείμενα. Η ανησυχία είναι μόνιμη για τη μοίρα του μέλους. Τα αδέρφια εκφράζονται συνήθως με θυμό. Τέλος, αυτό που είναι χαρακτηριστικό στην Ελλάδα και εξαιρετικά σημαντικό, είναι ότι ο εξαρτημένος μένει σχεδόν πάντα στην πατρική εστία-σε αντίθεση με άλλες χώρες όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανομοιογένεια ως προς αυτό το σημείο. Υπήρξε η υπόθεση ότι η τοξικοεξάρτηση έχει βιολογικό υπόβαθρο. Όμως, τόσο η πολυτοξικομανία, όπως τονίζει η Κ. Μάτσα, όσο και η κλινική παρατήρηση του περιβάλλοντος του εξαρτημένου, φαίνεται να την καταρρίπτουν. Το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης πρέπει να το δούμε ως  παράδοξο σύμπτωμα που αφενός διατηρεί την παθογόνο τάξη, αλλά ταυτόχρονα την ταράζει, ως σήμα κινδύνου, προκειμένου να επέλθει η αλλαγή της. Σήμα κινδύνου για την κοινωνική δυσφορία, αλλά και για την οικογένεια. Η τοξικοεξάρτηση συχνά ιατρικοποιείται. Είναι εύκολο αυτό, καθώς το σώμα εμπλέκεται και η εξάρτηση δημιουργεί σωματικές αντιδράσεις. Όμως, η εξάρτηση δεν συνεχίζεται επειδή το σώμα δεν αντέχει την στέρηση της ουσίας, αλλά η ψυχή. Κι αυτό αποδεικνύεται από τις πολλαπλές πετυχημένες προσπάθειες σωματικής απεξάρτησης, μέσα από κλινικές, εκούσιο ή ακούσιο εγκλεισμό του εξαρτημένου στο σπίτι, πρακτικές όπως η μετάγγιση, αλλαγή αίματος κλπ.  Το σώμα που δεν λαμβάνει την ουσία, πάσχει σα να περνάει μία γρίπη, μία βαριά ίωση. Μετά, όμως, βλέπουμε ότι ο απεξαρτημένος σωματικά επιστρέφει στην ουσία, καθώς ψυχικά είναι ακόμη παγιδευμένος μέσα στον ιστό της ψυχικής εξάρτησης. Δεν θα επικεντρωθώ στο μάκρο-κοινωνικό, ούτε στην πολιτική οικονομία της εξάρτησης,  καθώς δεν διαθέτω επιστημολογικά τα εργαλεία, που διαθέτει ένας κοινωνιολόγος ή ένας ανθρωπολόγος. Εντούτοις, είναι κραυγαλέο σήμερα το παράδοξο μιας πολιτείας που ενδιαφέρεται για την απεξάρτηση του εξαρτημένου, όταν η ίδια είναι αιχμάλωτη της δικής της εξάρτησης (οικονομικής για παράδειγμα). Η έρευνα Με την απορία αν υπάρχουν κάποιες κοινές γραμμές που να μπορούν να βοηθήσουν στην σκιαγράφηση του/των προφίλ των εξαρτημένων και των οικογενειών τους πριν την εγκατάσταση της εξάρτησης,  σκέφτηκα να κάνω μία έρευνα εστιασμένη στην οικογένεια του εξαρτημένου, μέσα από τις τεχνικές του γενεογράμματος και της αφήγησης ζωής. Το πλαίσιο Ο μεγαλύτερος όγκος αυτής της έρευνας, που συνεχίζεται και σήμερα στο γραφείο μου με περιστατικά τοξικοεξαρτημένων, διεξήχθη κατά τη διάρκεια 1997-2004, όταν βρισκόμουν στον Σύλλογο Αντιμετώπισης Τοξικοεξάρτησης,  με κύριο αντικείμενο τη θεραπεία σε ομάδα γονέων, κυρίως, εξαρτημένων. Ο σύλλογος είχε φτιαχτεί το 1982 από γονείς και άλλα μέλη της οικογένειας των εξαρτημένων με στόχο την μεταξύ τους στήριξη για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Εκείνη την εποχή, οι λιγοστές υπάρχουσες δομές απεξάρτησης δεν δέχονταν μέλη οικογένειας εξαρτημένων, εφόσον οι εξαρτημένοι δεν ήταν ενταγμένοι στο πρόγραμμά τους. Έτσι, το κενό αυτό ήρθε να καλύψει αυτή η δημιουργία του συλλόγου που είχε ως κύριο μέλημα το να βρουν οι γονείς τον τρόπο να πείσουν τα παιδιά τους να ξεκινήσουν θεραπεία σε ένα πρόγραμμα. Είναι επίσης χαρακτηριστικό, ότι μόλις οι δομές των προγραμμάτων ενέταξαν τις ομάδες ευαισθητοποίησης και θεραπείας των γονιών, χωρίς απαραίτητα το εξαρτημένο μέλος να είναι ενταγμένο στο πρόγραμμα, ο σύλλογος εξασθένισε και έπαψε να υπάρχει ως τέτοιος, μέσα από την αφομοίωσή του από το δημοτικό πρόγραμμα εφήβων Καλλιθέας «ΘΗΣΕΑΣ».  Στην αφομοίωση αυτή βοήθησε τότε ο Στ. Κρασανάκης, επιστημονικός υπεύθυνος του ΘΗΣΕΑ, που έδωσε μία θέση στον σύλλογο που, λόγω των σοβαρών του οικονομικών προβλημάτων, κινδύνευε να αφήσει άστεγα τα μέλη του. Ως εκείνη τη στιγμή, το ιστορικό των νέων μελών κατέγραφε κοινωνικά και δημογραφικά στοιχεία. Μέσα από μία ανάγνωσή τους, δεν βλέπαμε κοινές συνιστώσες. Μάλιστα, ήταν μία μικρογραφία των δημογραφικών στοιχείων του συνολικού πληθυσμού: Οι περισσότεροι από τους γονείς ήταν απόφοιτοι λυκείου, μικροαστικών και μέσων στρωμάτων με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις πολύ ευκατάστατων και προλεταρίων. Η συντριπτική τους πλειοψηφία κατοικούσε στην Αθήνα (αφού εκεί ήταν και η έδρα του συλλόγου) ενώ η συντριπτική πλειοψηφία προερχόταν από την επαρχία. Το ποσοστό των διαζυγίων συνέπιπτε με αυτό του γενικού πληθυσμού. Δείγμα Συνολικά, η έρευνα που παρουσιάζεται εδώ, μέσα από τις αφηγήσεις ζωής και τα γενεογράμματα συμπεριέλαβε 75 υποκείμενα.  Στη μεγάλη πλειοψηφία τους επρόκειται για γονείς των εξαρτημένων (μόνο δύο δεν ήταν-ένας σύζυγος, και μία αδερφή) και κυρίως μητέρες (73%). Στις περιπτώσεις που και οι δυο γονείς ήταν μέλη του συλλόγου, τότε και οι δύο βρίσκονταν στο δείγμα (περίπου 20%). Η διαδικασία-μεθοδολογία Μετά από κάποια δημογραφικά στοιχεία, το κάθε υποκείμενο έφτιαχνε το γενεόγραμμά του. Τα στοιχεία που του ζητήθηκε να συμπεριλάβει σε αυτό ήταν, τα μικρά ονόματα των μελών της οικογένειας (για να ελέγξουμε τυχόν ταυτίσεις ή άλλες δυναμικές που σχετίζονται με το όνομα), την σήμανση κάποιας ιδιαιτερότητας σε κάποιο μέλος της οικογένειας ή σε κάποια σχέση (υποκειμενικός παράγοντας), οι τόποι καταγωγής των (για να δούμε τις πολιτισμικές επιδράσεις και τη δυναμική που υπήρχε σε αυτές). Μετά, εκλήθησαν να αφηγηθούν την ιστορία της οικογένειας. Τέλος, έπρεπε να αφηγηθούν μέσα σε μάξιμουμ 40 λεπτά την δική τους ιστορία. Επρόκειτο στην ουσία για μία κλινική ακρόαση χωρίς καμία παρέμβαση. Σημειώνονταν τα πάντα, ακόμη και τα επιφωνήματα. Αποτελέσματα Παρόλο που η διαδικασία με το κάθε υποκείμενο είχε διάρκεια, έγινε δεκτή με ικανοποίηση από όλους. Από αυτούς, το 60% είχαν έλλειψη ή ανεπάρκεια γονεϊκής παρουσίας, ή ήταν μέλη πολυμελούς οικογένειας (άρα είχαν ανεπάρκεια μητρικής φροντίδας). Στην πραγματικότητα, φάνηκε αργότερα, μετά το πέρας αυτής της έρευνας, ότι η γονεϊκή ανεπάρκεια υπάρχει πάντα μέσα στο βίωμα ενός από τους δυο γονείς και αφορά κυρίως στις μητέρες-χωρίς να λείπουν και οι περιπτώσεις των αντρών-πατεράδων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα είτε την υπεραναπλήρωση μέσα από τη σχέση που έφτιαξαν με το παιδί τους, είτε δημιούργησε το κλίμα της δικής τους γονεϊκής ανεπάρκειας, απουσία ταυτισιακού μοντέλου. Είναι πάρα πολύ συχνό στα αυτιά μας αυτό που λένε οι γονείς του εξαρτημένου ότι τα είχε όλα. Δεν του έλειψε ποτέ τίποτα. Στην περίπτωση που η οικογένεια είχε σχετική οικονομική άνεση, αυτή η απουσία της έλλειψης αφορά κυρίως στα υλικά αγαθά, στην κατανάλωση. Απουσία του γονεϊκού μοντέλου, αυτοί οι γονείς, έμαθαν να δηλώνουν τα συναισθήματά τους με τα χρήματα και την κατανάλωση. Σε περίπτωση απουσίας οικονομικής δυνατότητας, το “τα είχε όλα,” αναφέρεται σε «υπερβολική αγάπη», με πολλά αιμομικτικά και συγχνωνευτικά στοιχεία, που είτε υπονοούνταν, είτε εκδηλώνονταν μέσα από συμπεριφορές. Το σημείο αυτό έρχεται να υποβοηθήσει η δυσλειτουργική σχέση του ζεύγους. Παρόλο που μόνο στο 15% (17% εκείνη την περίοδο το ανάλογο ποσοστό του γενικού πληθυσμού) υπήρχε διαζύγιο, οι περισσότερες σχέσεις ήταν απονεκρωμένες, συμβατικές, χωρίς απόλαυση. Οι κακοποιήσεις μέσα στην οικογένεια αποτελούσαν περίπου το 20% των περιπτώσεων και στρέφονταν κυρίως από τον πατέρα προς τη μητέρα αλλά και τα παιδιά. Το ποσοστό του 40% των γάμων αυτών αναφέρεται ότι έγιναν υπό πίεση της οικογένειας. Άρα, ήδη έχουμε μία κακή αρχή σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αυτών των οικογενειών. Σχεδόν στο σύνολο των περιπτώσεων, οι πατεράδες ήταν ουσιαστικά απόντες. Είτε ήταν αδύναμοι να αντιμετωπίσουν την κακή σχέση με τη σύζυγο, είτε οι ίδιοι εξαρτημένοι, είτε εξαιτίας μεγάλου φόρτου εργασίας κι άλλων ψυχικών παραγόντων που τους εξασθενούσαν στον ρόλο τους στην οικογένεια, άφηναν την ευθύνη της οικογένειας στη σύζυγο-μητέρα του εξαρτημένου. Δεν λείπουν οι αφηγήσεις για συζύγους-πατέρες οξύθυμους και βάναυσους, που δηλώνεται τόσο μία τάση για δημιουργία ψυχοπαθητικών συμπεριφορών στα παιδιά, όσο και η δική τους ψυχική ευθραυστότητα. Παρόλα αυτά, στην πλειοψηφία τους τα ζευγάρια αυτά δεν χωρίζουν. Κάθονται μαζί, έχοντας φτιάξει έναν ισχυρό δεσμό εξάρτησης, όπου οι ρόλοι θύτη-θύματος εναλλάσσονται και οι σχέσεις τους κυμαίνονται από την παγερή αδιαφορία ως την λιγότερο ή περισσότερο έκδηλη εχθρότητα. Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι δύο γονείς, κυρίως οι μητέρες, φτιάχνουν συμμαχίες με τα παιδιά τους. Αυτές οι συμμαχίες ισχυροποιούνται από μυστικά αλλά και τις εξομολογήσεις των συζυγικών προβλημάτων τους με τα παιδιά. Η φυσική τάση μανιχαϊστικής λογικής των παιδιών, ενισχύεται ακόμη περισσότερο μέσα σε αυτή τη δυναμική, όπου ο ένας ο  γονιός εμφανίζεται ως ο καλός και ο άλλος ως ο κακός. Αυτό που περιγράφεται είναι ένα μέσο κοινό προφίλ, που απαντήθηκε στις περισσότερες των περιπτώσεων. Εντούτοις, έχουμε και λιγότερες περιπτώσεις γονεϊκής φυσικής απουσίας, που οφείλονταν είτε σε θάνατο που ήρθε πρόωρα στη ζωή του παιδιού, είτε σε εγκλεισμό του γονιού σε κάποιο ίδρυμα, είτε σε παντελή απουσία εξαιτίας λόγων επιβίωσης-π.χ. μετανάστευση των γονέων για εργασία, χωρίς τα παιδιά τους. Ένα άλλο πολύ χαρακτηριστικό στοιχείο είναι ότι στο 70% των περιπτώσεων έχουμε μία μετανάστευση της οικογένειας-γονέων ή παπούδων- για λόγους επιβίωσης. Έτσι, έχουμε την επιβάρυνση δύο ακόμη παραγόντων: την βίαιη αποκόλληση από την πατρίδα-που εμφανίζεται εξιδανικευμένη μεν στις αφηγήσεις τους, αλλά και ως μάνα-γη που δεν μπορεί να θρέψει τα παιδιά της,  και το μοντέλο του επιζήσαντα. Η αναζήτηση της επιβίωσης φαίνεται να διατρέχει όλη τη γενιά, χωρίς ωστόσο να υπάρχουν πια οι ιδιαίτεροι λόγοι εκείνων των πρώτων πρωταγωνιστών. Λειτουργεί ως συλλογική μνήμη, όντας μία οικογενειακή μυθολογική αναφορά. Ως συνέπεια αυτού, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα μέλη της οικογένειας έχουν εκπαιδευτεί να προσανατολίζονται κυρίως σε πρακτικά θέματα της καθημερινότητας, ενώ οι πρωτογενείς διεργασίες (φαντασία, συναισθηματική έκφραση, περιέργεια για το καινούριο κ.ά) έχουν ελλειπώς αναπτυχθεί. Έτσι, η επικοινωνία μέσα στην τοξικογενή οικογένεια είναι ρηχή συναισθηματικά και μάλλον είναι στραμένη προς την ανάγκη, εις βάρος της επιθυμίας. Από την μεγάλη αυτή συχνότητα που απαντιέται η μετανάστευση ως βίαιη ρήξη με τον γενέθλιο τόπο ως αποτέλεσμα της ανάγκης για επιβίωση, υποθέτουμε ότι τα παιδιά των μεταναστών που έφτασαν στην Ελλάδα πριν από 20 χρόνια, αποτελούν μία ομάδα υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη εξαρτητικών συμπεριφορών. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, αναφέρθηκαν αναπάντεχοι θάνατοι, από ατυχήματα,εξαρτήσεις, σε γέννα κλπ. Τα γεγονότα αυτά έχουν σημαδέψει την οικογένεια στο σύνολό της, ενώ σε πάρα πολλές περιπτώσεις το όνομα του νεκρού έχει δοθεί στον εξαρτημένο, ως αυτός να καλείται να συνεχίσει την πορεία του. Σε αυτές τις περιπτώσεις θανάτων και απώλειας, βλέπουμε μέσα από τις αφηγήσεις ότι το πένθος δεν έχει ολοκληρωθεί, καθώς συνέπεσαν κι άλλα γεγονότα της ζωής της οικογένειας, όπως θέματα επιβίωσης εξαιτίας σοβαρών οικονομικών προβλημάτων, ή, γέννησης ενός νέου οικογενειακού μέλους, ή στροφής προς διεξόδους αποφυγής του πόνου-όπως είναι το παράδειγμα του αλκοολισμού. ΄Ετσι, ο νεκρός συνεχίζει να στοιχειώνει την οικογένεια και εμφανίζεται συνεχώς ως φυσσαλίδα μέσα από το οικογενειακό ασυνείδητο σε κάθε ευκαιρία. Η τοξικομανία υπό αυτό το πρίσμα δίνει την ευκαιρία τόσο στο ίδιο το μέλος, όσο και στην οικογένεια να επεξεργαστεί το πένθος, καθώς είναι συνεχώς αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο του θανάτου. Μόνο που ο τοξικομανής δεν θέλει να πεθάνει, όπως υποστηρίζουν πολλοί κλινικοί. Θέλει μόνο να μην αισθάνεται δυσφορία. Προκαλεί ένα συναισθηματικό θάνατο, μία νάρκωση του συναισθήματος και ταυτόχρονα έχει την ψευδαίσθηση της νιρβάνας, όπου απουσιάζει κάθε έλλειψη. Βουλώνει το κενό του, που ταυτόχρονα αναφέρεται στο κενό από το ανεπίλυτο πένθος όλης της οικογένειας αλλά και το κενό στο επίπεδο των αναπαραστάσεων και των φαντασιώσεων-που θα βοηθούσαν στην επίλυση των προβλημάτων μέσω του ψυχικού μεταβολισμού. Στις μισές περιπτώσεις (εξαιρετικά υψηλό ποσοστό, συγκριτικά με τον υπόλοιπο πληθυσμό) έχουμε στην οικογένεια τουλάχιστον ένα μέλος που αντιμετωπίζει, ή αντιμετώπιζε πρόβλημα εξάρτησης. Η εξάρτηση αυτή μπορεί να μην σχετίζεται με την ηρωίνη πάντα, αλλά και με άλλα πάθη-ενσωμάτωσης ή όχι- όπως είναι το αλκοόλ, ο τζόγος, το φαγητό, η υπερκατανάλωση.  Και αυτό το εύρημα φαίνεται να είναι αρκετό για να δείξει ότι η τοξικοεξάρτηση δεν είναι μία βιολογική συνέπεια- ένα γονιδιακό αποτέλεσμα-αλλά μία πρακτική που έχει εγκατασταθεί μέσα από καταστάσεις οικείες και μέσα από ταυτισιακές διαδικασίες. Κοντά στο 30% (έναντι του 20% του ανάλογου στο γενικό μαθητικό πληθυσμο) των περιπτώσεων αναφέρεται μία μαθησιακή δυσκολία στις πρώτες τάξεις του σχολείου. Οι περιπτώσεις αυτές  είχαν  παραμείνει χωρίς διάγνωση για πολλά χρόνια (ή για πάντα). Κι εδώ αναδεικνύεται η σημασία του σχολικού περιβάλλοντος ως ένας από τους πρωταρχικούς χώρους κοινωνικοποίησης. Τα παιδιά αυτά, λόγω των μαθησιακών δυσκολιών τους και λόγω της αδυναμίας του πλαισίου να τα βοηθήσει-τα ίδια και τις οικογένειές τους- τα περιθωριοποίησε, καθώς στιγματίστηκαν τόσο ως «τεμπέληδες», όσο και ως αδιάφοροι, κακοί μαθητές. Το κόστος αυτής της αποτυχημένης ένταξης φαίνεται να είναι τεράστιο στην αυτοεκτίμηση της παιδικής ψυχής που στρέφει το υποκείμενο σε μία θέση περιθωρίου εξαρχής. Μία άλλη πολύ σημαντική πληροφορία που λάβαμε από τα γενεογράμματα είναι η ύπαρξη ενός μυθικού προσώπου (συνήθως πρόκειται για τον παπού από τον οποίο έχει πάρει το όνομα το εξαρτημένο μέλος) ο οποίος έχει τον ρόλο του ήρωα, ή μάλλον του αντι-ήρωα. Ακόμη κι αν δεν τον έχει γνωρίσει το ίδιο το υποκείμενο, οι ιστορίες που αναφέρονται σε αυτό το πρόσωπο με δραματικό τρόπο, του δίνουν μία εξέχουσα θέση στην ιστορία της οικογένειας. Συνήθως αυτό το ηρωικό πρόσωπο είναι αντάρτης. Είτε πράγματι είχε λάβει μέρος στο αντάρτικο, είτε εκδήλωνε συμπεριφορές ανταρσίας απέναντι στο κοινωνικό κατεστημένο. Συχνά είχε φυλακιστεί, εξοριστεί. Ενίοτε είχε πεθάνει εξαιτίας αυτής της επιλογής του. Θεωρούμε ότι δεν είναι μικρό και το ποσοστό του 10% που εμφανίστηκαν αυτοκτονίες μέσα στην οικογένεια. Αν λάβουμε υπόψη μας αυτό το ποσοστό, τότε θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι η πρακτική της τοξικοεξάρτησης συνδέεται άμεσα με μία αυτοκτονική συμπεριφορά, έχοντας ωστόσο σημαντικές διαφοροποιήσεις. Το ποσοστό της βίας μέσα στην οικογένεια, εμφανίζεται σε ποσοστό κοντά στο 25%. Στην περίπτωση όμως που το εξαρτημένο μέλος είναι κορίτσι-πολύ πιο σπάνιο, καθώς τα κορίτσια εμφανίζουν εξαρτητική συμπεριφορά που σχετίζεται περισσότερο με τη λήψη φαγητού-το ποσοστό αυτό ανεβαίνει στο 75%. Στις περιπτώσεις των κοριτσιών εξαρτημένων από ουσίες, είναι πολύ συχνά τα γεγονότα σεξουαλικής κακοποίησης από πρόσωπα συνήθως φιλικά προς την οικογένεια ή συγγενείς. Στην περίπτωση των κοριτσιών φαίνεται η τοξικομανιακή πρακτική  να σχετίζεται με μία αυτοκαταστροφική διάθεση απέναντι στο σώμα που συμμετείχε στην αποπλάνηση. Το μπέρδεμα προκύπτει από τον ερεθισμό που προκλήθηκε στις ερωτογενείς ζώνες και την ευχαρίστηση που τον συνόδεψε που σε συνδυασμό με την αιμομικτική παραβίαση δημιουργεί αφόρητη ενοχή. Βρήκαμε επίσης, κι ένα ποσοστό 10% περίπου, που αφορά σε μία σοβαρή ασθένεια ή κίνδυνο θανάτου, που πέρασε ο εξαρτημένος ως παιδί, ή κάποιος αδερφός. Και στις δύο περιπτώσεις, η οικογένεια θορυβείται και υπερπροστατεύει το μέλος της. Αν η ασθένεια του παρελθόντος είχε πλήξει τον σημερινό εξαρτημένο, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο ίδιος συνεχίζει το ρόλο του «αρρώστου», του ασθενούς με το πονεμένο σώμα. Αν η ασθένεια είχε πλήξει κάποιον/α αδελφό/ή, τότε μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αδελφική αντιζηλία μπορεί να έπαιξε τον ρόλο της στην εγκατάσταση της εξάρτησης, καθώς αποτελεί ένα μέσο έλξης του ενδιαφέροντος της οικογένειας στο άτομό του. Συμπεράσματα Το φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης είναι πολυπαραγοντικό. Πολλοί δοκιμάζουν κάποια ουσία αλλά λίγοι είναι αυτοί που γίνονται εξαρτημένοι. Τα παραπάνω στοιχεία πρέπει να τα δούμε συνδυαστικά. Όσο περισσότεροι παράγοντες προστίθενται, τόσο μεγαλώνει η επικινδυνότητα για τη γένεση της τοξικοεξάρτησης. Από την άλλη, πολλά από τα παραπάνω, βρίσκουν και το νόημά τους μέσα από τον συνδυασμό, καθώς, για παράδειγμα, η βίαιη μετανάστευση και η απουσία της μητρικής φροντίδας, ίσως να μην είχαν το αντίκτυπό τους από μόνες τους. Η απουσία της μητρικής φροντίδας στον γενέθλιο τόπο μπορεί να ανήκει στην κοινωνική πραγματικότητα του τόπου και το κενό αυτό να το καλύπτει η κοινότητα, πράγμα που δεν γίνεται με τη μετανάστευση στη μεγάλη πόλη. Τα παραπάνω στοιχεία θα είχαν περισσότερο νόημα, αν τα βλέπαμε σε συνδυασμό με τα ποσοστά του λοιπού πληθυσμού, που δυστυχώς δεν είχαμε για όλα τα ποσοτικά ευρήματα. Ωστόσο μπορούμε να προχωρήσουμε σε κάποια συμπεράσματα για την καλύτερη κατανόηση της τοξικοεξάρτησης, πράγμα που θα βοηθήσει στην κλινική αντιμετώπισή της. Φαίνεται ότι η τοξικοεξάρτηση έρχεται να αναχαιτήσει την υποκειμενοποίηση, την εξατομίκευση του υποκειμένου. Ως απόστολος όλης της οικογένειας δηλώνει ότι αυτό είναι και η επιθυμία όλης της οικογένειας. Πρόκειται για το εξιλαστήριο θύμα τόσο της οικογένειας όσο και της κοινωνίας που λαμβάνει όλη την επιθετικότητά της προκειμένου να διαφυλάξει τη συνοχή και την παθολογική δυναμική της. Η τοξικομανία δεν είναι ασθένεια με την κλινική έννοια. Πρόκειται για μία πρακτική που διακατέχεται από μία στοματική απληστία για ενσωμάτωση με την ουσία. Η ουσία, εμφανίζεται ως η κακή τροφή-ανάλογη με το δηλητηριασμένο μήλο της Χιονάτης. Η τροφή σχετίζεται με τη μητέρα, ενώ η κακή τροφή μάλλον με τη μητέρα που απουσιάζει, το «νεκρό σώμα» της μητέρας. Ανάλογα με την τροφή, η ουσία καταναλώνεται, δίνει ευφορία, παρηγορεί τον ψυχικό πόνο ναρκώνοντάς τον (όπως το γάλα του βρέφους πριν τον ύπνο). Ταυτόχρονα δίνει την ψευδαίσθηση της βρεφικής ολότητας, που δεν αναγνωρίζει τα όρια του εαυτού και του άλλου. Ο άλλος δεν υπάρχει. Φυσικά δεν υπάρχει και η επιθυμία αφού δεν υπάρχει έλλειψη. Μόνο μετά το πέρας της ενέργειας της ουσίας, (ανάλογη με τη χώνευση) ξαναρχίζει η αναζήτησή της. Η απόλυτη κυριαρχία της μητρικής λειτουργίας της τροφής φαίνεται να επιτρέπεται από την ανυπαρξία της πατρικής λειτουργίας. Ο πατέρας του εξαρτημένου εμφανίζεται ουσιαστικά απών, είτε λόγω δικής του εξάρτησης, φυγής, αδυναμίας. Είναι ο πατέρας χωρίς κύρος, που δεν οριοθετεί αλλά και δεν προστατεύει. Στην πραγματικότητα η τοξικομανία αναφέρεται στην ελλειματικότητα της διαχείρισης της έλλειψης, στην αδυναμία πρόσληψης της ετερότητας. Από την άλλη, μέσα από τις αφηγήσεις ζωής και τα γενεογράμματα, η δυσκολία της αντίληψης της ετερότητας δεν είναι τίποτε άλλο από την αδυναμία της ανεύρεσης ταυτότητας και προσωπικού νοήματος ζωής. Η έλλειψη του νοήματος, της ουσίας, έρχεται να καλυφθεί από την ενσωμάτωση με την τοξική ουσία. Η αδυναμία της ταυτότητας του εξαρτημένου σχετίζεται με τις δυσκολίες που βρίσκει στο να ταυτιστεί με τους γεννήτορές του. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν απολαμβάνουν, με σχέσεις ρηχές συναισθηματικά, χωρίς κύρος (στα μάτια των παιδιών τους). Από την άλλη, βλέπουμε τον εξαρτημένο να υιοθετεί σχήματα συμπεριφοράς (patτerns) και να τα αναπαράγει. Ταυτόχρονα, ανακάμπτεται και η σεξουαλική πλευρά της ταυτότητας καθώς παύει και η επιθυμία και καταστρέφεται το αντικείμενο. Το σεξ είναι μία μηχανιστική δραστηριότητα όπου ο άλλος δεν έχει πρόσωπο. Η επιθυμία έχει εξαφανιστεί καθώς έχει συγχωνευτεί με την επιθυμία της οικογένειας. Κλείνοντας, θα ήθελα να αναφερθώ στην περισσότερο ή λιγότερο συνειδητή ενοχή που αισθάνεται η οικογένεια για την τοξικοεξάρτηση του μέλους. Θα ήταν λάθος να ενοχοποιηθεί η οικογένεια. Είναι και αυτή θύμα των κοινωνικο-ιστορικών και πολιτισμικών παραγόντων που την διαμόρφωσαν.  Τα στοιχεία που περιγράφησαν αναφέρονται σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ίσως, στο πέρασμα των χρόνων να δούμε κάποιους από αυτούς τους παράγοντες να αλλάζουν, κάποιους να φεύγουν από τη λίστα των παραγόντων υψηλού κινδύνου και κάποιους νέους να προστίθενται. Η οικογένεια  είναι ο βασικότερος και μακροβιότερος θεσμός αλλά και φορέας της κοινωνίας και όπως λέει και ο Σιμωνίδης: «Πόλις άνδρα διδάσκει». Η μακροχρόνια έρευνα με την ίδια μεθοδολογία, μπορεί να μας διαφωτίσει ως προς την επίδραση που μπορεί να έχει ο διαφορετικός χρόνος στο φαινόμενο της τοξικοεξάρτησης. Επίσης, μία έρευνα σε διαφορετικές χώρες και πολιτισμούς θα μπορούσε επίσης, να μας δώσει πολύ χρήσιμες πληροφορίες για την βαθύτερη κατανόηση του φαινομένου λαμβάνοντας υπόψη τον παράγοντα της  πολιτισικής επίδρασης. Τα οφέλη τέτοιων συγκριτικών ερευνών θα ήταν πολύ μεγάλα για την κλινική και κοινωνική αντιμετώπιση της τοξικοεξάρτησης. Στη δική μας περίπτωση, ο εξαρτημένος, ως άλλος τραγικός ήρωας, καλείται να διατρέξει όλες τις ηρωικές περιπέτειες, να παίξει σε ένα παιχνίδι με τον θάνατο προκειμένου να απελευθερωθεί (αν δεν τον νικήσει ο θάνατος) από τα δεινά της γενιάς του. Όμως ο ήρωας είναι πάντα απεσταλμένος. Ποτέ δεν δρα αυτόνομα. Έτσι, το τέλος της εξάρτησης θα σημασιοδοτηθεί από το πέρασμα από το ρόλο του ήρωα σε αυτόν του βασιλιά, δηλαδή να  γίνει κύριος του εαυτού του και να έχει τη δική του επιθυμία. Μιλάμε δηλαδή, για το πέρασμα από την ψευδο-αυτονομία που δίνει η ουσία στην πραγματική αυτονομία που δίνει η ενηλικίωση. Δήμητρα Σταύρου Ψυχολόγος/Δραματοθεραπεύτρια Αναδημοσίευση για το ΨPoint.